ουτιδανότητα

ουτιδανότητα
η
ποταπότητα, μηδαμινότητα, φαυλότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουτιδανός. Η λ. μαρτυρείται από το 1782 στον Αδ. Κοραή].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”